ἐμπνεομένη

ἐμπνεομένη
ἐμπνέω
blow
pres part mp fem nom/voc sg (epic ionic)
ἐμπνέω
blow
pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • ρομαντισμός — Πνευματικό κίνημα που εμφανίστηκε στο τέλος του 18ου αι. στη Γερμανία και διαδόθηκε κατά τις πρώτες δεκαετίες του επόμενου στην υπόλοιπη Ευρώπη και στην Αμερική. Η λέξη romantic (από την οποία προέρχεται ο όρος), από την ισπανική romance,… …   Dictionary of Greek

  • Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …   Dictionary of Greek

  • Μαλέας, Κωνσταντίνος — (Κωνσταντινούπολη 1879 – Αθήνα 1928). Ζωγράφος και αρχιτέκτονας, ένας από τους πρωτοπόρους της ζωγραφικής της υπαίθρου στην Ελλάδα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στην Αθήνα και ζωγραφική στο Παρίσι, με καθηγητή τον Ανρί Μαρτέν. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα …   Dictionary of Greek

  • Πουσέν, Νικολά — (Poussin, Λεζ Αντελί 1594 – Ρώμη 1665). Γάλλος ζωγράφος. Από πολύ νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, πρώτα στο χωριό του με δάσκαλο τον Κεντέν Βαρέν, ύστερα στο Παρίσι όπου εγκαταστάθηκε το 1612 και μαθήτευσε κοντά στον Φερντινάν Ελ και… …   Dictionary of Greek

  • Σενέκας, Λεύκιος Ανναίος — (Lucius Annaeus Seneca). Λατίνος φιλόσοφος και συγγραφέας (Κόρδοβα περ. 4 αι. π.Χ. Ρώμη 65 μ.Χ.). Γιος του ρήτορα Σενέκα του Πρεσβυτέρου, αφού έζησε αρκετό καιρό στην Αίγυπτο, μπήκε στην αυλή του Καλιγούλα, ανέλαβε αξιώματα και παράλληλα ασκούσε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”